Τετάρτη 13 Απριλίου 2011

ΕΡΓΟ ΠΟΛΙΤΩΝ: Οι προτάσεις του!

  • ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΠΟΛΙΤΩΝ
  •  ΠΡΟΣ ΤΗ ΜΟΝΙΜΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΘΕΣΜΩΝ & ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ

Επειδή στο χρονικό διάστημα συνεδρίας της Επιτροπής Θεσμών & Διαφάνειας της Βουλής, το ΕΡΓΟ ΠΟΛΙΤΩΝ, ως ο κατεξοχήν θεσμός της Πολιτείας για τον Εθελοντισμό και την Κοινωνία Πολιτών, δεν εκλήθη να καταθέσει τις τεκμηριωμένες προτάσεις του…,

Επειδή κανένα μέλος της Επιτροπής, μολονότι έλαβε πλήρη και εμπεριστατωμένο φάκελο για τα ζητήματα που όψιμα απασχόλησαν τους κ.κ. βουλευτές, δεν ενδιαφέρθηκε να επικοινωνήσει με τον Οργανισμό…,

Επειδή από το περιεχόμενο των συζητήσεων, όπως μαγνητοσκοπήθηκαν και αναρτήθηκαν στην ιστοσελίδα της Βουλής των Ελλήνων, δεν προκύπτει ότι προσεγγίστηκαν τα θεμελιώδη θεσμικά και υποστηρικτικά ελλείμματα, για το χώρο της Κοινωνίας Πολιτών…,

Το ΕΡΓΟ ΠΟΛΙΤΩΝ δημοσιοποιεί τις προτάσεις του και καλεί την Επιτροπή να τις λάβει σοβαρά υπόψη της.

Θέμα: «ΘΕΣΜΟΙ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ & ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΠΟΛΙΤΩΝ»

Το τοπίο μέσα στο οποίο καλείται κυρίως, τα τελευταία χρόνια να κατανοήσει κανείς το φαινόμενο της αλληλέγγυας συμπεριφοράς, του Εθελοντισμού, της μη κερδοσκοπικής και κοινωφελούς δράσης και γενικότερα του χώρου της Κοινωνικής Οικονομίας, είναι λειτουργικά θολό και θεσμικά παρωχημένο και επικοινωνιακά στιγματισμένο. Ειδικότερα στο ζήτημα της όποιας ενδεχόμενης διαπλοκής και διασπάθισης του δημοσίου χρήματος, που απασχόλησε τον τελευταίο καιρό και την Επιτροπή της Βουλής, σημειώνεται για μία ακόμη φορά, ότι και νόμοι και ικανοί ελεγκτικοί μηχανισμοί υπάρχουν και ας εφαρμοστούν προς όλες τις κατευθύνσεις. Το ΚΥΝΗΓΙ ΜΑΓΙΣΣΩΝ στο πρόσωπο των Οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών, από όπου και αν προέρχεται δεν εξυπηρετεί τίποτα. Αντίθετα μάλιστα δημιουργεί ίσες αντίρροπες αντιδράσεις, στο μέτρο που η όποια διαπλοκή δεν μπορεί να αφορά μόνο στο «κακό» κομμάτι της Κοινωνίας Πολιτών, αλλά και σε αυτό της πολιτικής κοινωνίας, που σε αντίθεση με την Κοινωνία Πολιτών μοιάζει να βρίσκεται στο απυρόβλητο. Έτσι οδηγούμαστε στο σημερινό γενικότερο αδιέξοδο. Το κράτος να αποτελεί αναξιόπιστο συνομιλητή για την Κοινωνία Πολιτών και η Κοινωνία Πολιτών αναξιόπιστο συνομιλητή για το κράτος και όλοι μαζί στο τέλος να πρέπει να αποδείξουν ότι δεν είναι ελέφαντες.

Οι συνέπειες αυτής της κατάστασης και μάλιστα εν μέσω οικονομικής κρίσης, απομειώνουν τις δυνάμεις που παλεύουν για κοινωνική συνοχή και κατακερματίζουν περαιτέρω την ελληνική κοινωνία, δημιουργώντας νέους «κοινωνικούς αυτοματισμούς». Συνεπώς, αδήριτη πλέον ανάγκη αποτελεί η καθολική διευθέτηση του χώρου, με την κωδικοποίηση και τον εκσυγχρονισμό του θεσμικού και υποστηρικτικού πλαισίου και την εκ νέου ρύθμιση του πλέγματος των σχέσεων συνεργασίας μεταξύ κράτους και Κοινωνίας Πολιτών. Η δημιουργία ενός τέτοιου πλαισίου θα συμβάλει ώστε να γίνει πιο διακριτή και αναγνωρίσιμη η κοινωνικοοικονομική δράση του πεδίου, ως υψηλής σημασίας κοινωνική προσφορά προς την ελληνική κοινωνία, είτε αυτή υλοποιείται με την οικονομική στήριξη της Πολιτείας είτε όχι, πράγμα που επίσης απασχόλησε την Επιτροπή της Βουλής.

Ωστόσο, το ζήτημα των σχέσεων κράτους – Κοινωνίας Πολιτών, αφορά σε δύο πλήρους διακριτούς τομείς, τον 1ο και τον 3ο Τομέα, η δυναμική, τόσο της ρύθμισης των σχέσεων συνεργασίας μεταξύ τους, όσο και της δημιουργίας του κατάλληλου θεσμικού και υποστηρικτικού πλαισίου, απαιτεί επίσης δύο πλήρως διακριτούς διαδραστικούς πόλους, έναν από την πλευρά της Πολιτείας και έναν από την πλευρά της Κοινωνίας Πολιτών. Το δίπολο αυτό αποτελεί την ελάχιστη ικανή συνθήκη δημιουργίας δυναμικού ρεύματος κινητοποίησης του όλου συστήματος, μέσα από τη συντεταγμένη διαβούλευση και τις διαφανείς διαδικασίες λήψης αποφάσεων, με στόχο τη δημιουργία κατάλληλου περιβάλλοντος ανάπτυξης του όλου 3ου Τομέα και ειδικότερα του Εθελοντικού χώρου της Ετεροβοήθειας στο πεδίο της Κοινωνικής Οικονομίας, που συνιστούν οι Οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών, (ΜΚΟ, Εθελοντικές κτλ.).

1ος Πόλος. ΚΡΑΤΙΚΟΣ ΘΕΣΜΟΣ

Η Ελληνική Πολιτεία με την ίδρυση, του ΕΡΓΟΥ ΠΟΛΙΤΩΝ, (Ν. 3390) το 2005, του Κρατικού Οργανισμού Εθελοντισμού, ανταποκρίθηκε από την πλευρά της σε αυτή τη συστημική λογική, ως απάντηση στο διεθνές κάλεσμα των Ηνωμένων Εθνών και της Διακοινοβουλευτικής Ένωσης, που από το 2001 παρότρυναν τα κράτη μέλη να δημιουργήσουν συντεταγμένες δομές στήριξης του Εθελοντισμού και της Κοινωνίας Πολιτών, αναγκαίες για το σημαντικό ρόλο που αναλαμβάνει τον 21ο Αιώνα ο παγκόσμιος 3ος Τομέας.

Το ΕΡΓΟ ΠΟΛΙΤΩΝ, πρωτίστως, κλήθηκε να διερευνήσει και να καταγράψει, μέσα από μία ολιστική προσέγγιση του χώρου και με βάση τη διεθνή πρακτική, προβλήματα και θεσμικά και υποστηρικτικά ελλείμματα. Επίσης κλήθηκε να σχεδιάσει και να παραδώσει προτάσεις προς επεξεργασία στους αρμόδιους φορείς, για την αποτελεσματικότερη λειτουργία των κρατικών δομών στήριξης, διαβούλευσης και συνεργασίας με την Κοινωνία Πολιτών με στόχο την ανάπτυξη του χώρου της Κοινωνικής Οικονομίας, ως του κατεξοχήν μοχλού βελτίωσης της Κοινωνικής Συνοχής και ως βασικού παράγοντα δημιουργίας ενός ικανού κοινωνικού δίχτυ ασφαλείας για τη χώρα.

Στην ολιστική προσέγγιση του χώρου οδηγήθηκε ο Οργανισμός, παρότι είναι αρκετά πιο επίπονη και χρονοβόρα διαδικασία, καθώς ήταν προφανής η έλλειψη ενός καθολικά αποδεκτού από την Κοινωνία Πολιτών συνομιλητή, ενός οργάνου εκπροσώπησης, (Εθνικού Συμβουλίου, Εθνικής Συνομοσπονδίας, Εθνικής Οριζόντιας Πλατφόρμας), που να «νομιμοποιεί» καθοιονδήποτε τρόπο τους προσερχόμενους σε μία συντεταγμένη διαβούλευση.

Από την επισκόπηση του πεδίου από τον Οργανισμό, προέκυψαν βασικά ελλείμματα, που έως ένα βαθμό δικαιολογούν τη γενικότερη υστέρηση του πεδίου στη χώρα:

  •  Όροι και ορισμοί, απολύτως απαραίτητοι για την οποιαδήποτε ρυθμιστική και υποστηρικτική προσέγγιση του χώρου κινούνται στη σφαίρα, ιδεοληψιών και στερεοτύπων, τόσο από την πλευρά της Κοινωνίας Πολιτών όσο και του κράτους.
  • Στοιχεία. Στατιστικές μετρήσεις και πολύ περισσότερο αξιόπιστα αναλυτικά στοιχεία ποιοτικής και ποσοτικής καταγραφής του τομέα, ανύπαρκτα.
  • Βασικό θεσμικό πλαίσιο. Ελλειμματικό και περιπτωσιολογικό, που καλύπτει το μη κερδοσκοπικό χώρο των συλλογικοτήτων με αρκετά ελλείμματα και λειτουργικές ασάφειες κυρίως στα ζητήματα του εθελοντικού και του κοινωφελούς χαρακτήρα.
  •  Εθελοντισμός. Η εθελοντική εργασία εν πολλοίς αποτελεί άγνωστο πεδίο στο νομικό μας πολιτισμό.
  • Φορολογικό Πλαίσιο, ακωδικοποίητο και ελλειμματικό. Κατ’ αρχήν, αντιμετωπίζει όλον το χώρο ως εμπορικό και δευτερευόντως εισάγει μία πληθώρα εξαιρέσεων, με αποσπασματικές διατάξεις, που τελικά απαιτούν ερμηνεία από τους ελεγκτικούς μηχανισμούς, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται.
  • Υποστηρικτικό Πλαίσιο. Ελλειμματικό και κατακερματισμένο. Προώθηση και θεσμική στήριξη συνεργασιών και συνεργιών ανύπαρκτη. Χρηματοδοτικά προγράμματα κατά περίσταση και κατά το δοκούν, που αποτελούν πιθανές εστίες αδιαφάνειας και πελατειακών σχέσεων. Χρηματοπιστωτική στήριξη και μικροπιστωτικά εργαλεία ανύπαρκτα.
Τα ανωτέρω συμπεράσματα και οι προτάσεις της φάσης αυτής συγκεντρώθηκαν υπό την εποπτεία του Επιστημονικού Συμβουλίου του ΕΡΓΟΥ ΠΟΛΙΤΩΝ και απεστάλησαν στην Πολιτεία και στη Συγκεφαλαιωτική Εισηγητική Έκθεση 2006 – 2009 του Οργανισμού, υπό τον τίτλο: «Πλαίσιο ρυθμίσεων των σχέσεων μεταξύ Κράτους και Κοινωνίας Πολιτών». Παράλληλα, στις μελέτες και έρευνες του ΕΡΓΟΥ ΠΟΛΙΤΩΝ («Έρευνα του Ισχύοντος Θεσμικού και Φορολογικού πλαισίου των Οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών» (2008), «Προσέγγιση Οργανωτικών & Διοικητικών Ζητημάτων των Οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών» (2009), «Περιήγηση των Οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών στα Ευρωπαϊκά Χρηματοδοτικά Προγράμματα» (2009), «Κοινωνική Οικονομία. Επινόημα ή Πραγματικότητα;» (2010), αλλά και σε μία σειρά πρόσφατων εισηγήσεων του Οργανισμού, προς τα αρμόδια όργανα, για το πρόγραμμα ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ, για τη Δια Βίου Μάθηση, για το ΕΤΕΑΝ και το Ταμείο Κοινωνικής Οικονομίας και άλλα), προσεγγίζονται προτάσεις θεσμικού και υποστηρικτικού περιεχομένου που απαιτούνται για την ανάπτυξη και την εύρυθμη λειτουργία του 3ου Τομέα, στο πλαίσιο της διαφάνειας και της λογοδοσίας.

Παράλληλα ο Οργανισμός στο πλαίσιο των στόχων της καταστατικής του επιταγής για ΟΡΙΖΟΝΤΙΑ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ (άρθρο 2, παράγραφος 2θ) με τους κυβερνητικούς τομείς, ήρθε συχνά αντιμέτωπος με το χρόνιο πρόβλημα των κρατικών φέουδων και βιλαετίων, που και ο σημερινός Πρωθυπουργός με κάθε ευκαιρία τονίζει και των ερμητικά κλειστών θυρών του κυβερνητικού τομέα, κατάσταση που τείνει πλέον να αποτελέσει το μόνο παράγοντα που υπενθυμίζει τη λεγόμενη «συνέχεια του κράτους». Σε αυτό ακριβώς το σημείο ο Κρατικός Οργανισμός Εθελοντισμού, ως οριζόντιος συντονιστικός παράγων της Πολιτείας απαιτεί ισχυρή πολιτική βούληση σε ανώτατο επίπεδο και υποστήριξη. Αυτή πρέπει να εκπηγάζει μέσα από μία ξεκάθαρη και «υποχρεωτική» οριζόντια συνεργασία για το συνολικό συντονισμό όλων των φορέων της Πολιτείας, που σχετίζονται καθοιονδήποτε τρόπο με το πεδίο, προκειμένου να επιτελέσει και προς αυτήν την κατεύθυνση ο Οργανισμός την καταστατική του αποστολή: «…για τη χάραξη πολιτικής, τη συγκρότηση στρατηγικής και τη διαχείριση των πόρων…», (άρθρο 1. παράγραφος 1β και 1γ), με στόχο μάλιστα, στη σημερινή ζοφερή οικονομική συγκυρία, την αποφυγή αποσπασματικών δράσεων και του κατακερματισμού των όποιων οικονομικών πόρων.

Τα ανωτέρω χρονίζοντα ζητούμενα ενδεχομένως, εμφανίζουν το κράτος αναξιόπιστο σε οποιαδήποτε προσπάθειά του να επιλύσει προβλήματα του χώρου, ειδικότερα όταν η πολιτική κοινωνία δρα περιπτωσιολογικά και αποσπασματικά και μάλιστα σε θεσμικά ζητήματα που απαιτούν καθολική αντιμετώπιση, ως ανακλαστική αντίδραση προς τον εκάστοτε κοινωνικό έλεγχο, που της ασκείται, αγνοώντας επιδεικτικά τους καθ’ ύλην αρμόδιους κρατικούς θεσμούς, που η Πολιτεία έχει θεσπίσει.

Μεταφέροντας την αγωνία εκατοντάδων μελών των Οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών, με τους οποίους έχει διαβουλευτεί και συνεργαστεί κατά καιρούς το ΕΡΓΟ ΠΟΛΙΤΩΝ συμπεραίνουμε ότι ο χώρος της Κοινωνίας Πολιτών δεν αποζητά νέες δημόσιες αρχές, άλλο περισσότερο κράτος και νέους περιορισμούς. Ζητά από το πολιτικό σύστημα το σεβασμό στους υπάρχοντες θεσμούς και την ενίσχυση της αποτελεσματικότητάς τους, την εφαρμογή των νόμων και τη διαφανή λειτουργία των χρηματοδοτήσεων και των ελεγκτικών μηχανισμών. Κυρίως όμως απαιτεί από την Πολιτεία την κάλυψη των θεσμικών και υποστηρικτικών ελλειμμάτων, που υψώνουν καθημερινά εμπόδια στην άσκηση του εθελοντικού τους λειτουργήματος και δυσχεραίνουν και πολλές φορές απαξιώνουν το έργο τους.  

2ος Πόλος. ΘΕΣΜΟΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΠΟΛΙΤΩΝ

Θεσμός από την πλευρά της Κοινωνίας Πολιτών δεν υφίσταται. Κατά γενική ομολογία και του ιδίου του πεδίου, έχουμε μία αδύνατη, κατακερματισμένη και κάποιες φορές ιδεοληπτική Κοινωνία Πολιτών, διακατεχόμενη από αγκυλώσεις και αναχρονιστικά στερεότυπα. Οι συλλογικότητες της χώρας, παρότι αποτελούν τους κατεξοχήν φορείς της αλληλέγγυας συμπεριφοράς, του εθελοντισμού και του συνεργατισμού, πρέσβεις του συμμετοχικού πνεύματος, της διαβούλευσης και της συνεννόησης, παρουσιάζουν τέτοια συμπτώματα στείρου ανταγωνισμού και διαγκωνισμού μεταξύ τους, σε σημείο, να αδυνατούν επί χρόνια να συστήσουν ένα καθολικό όργανο εκπροσώπησής τους, διεκδικώντας και κερδίζοντας με αυτόν τον τρόπο, τη δυναμική συμμετοχή του 3ου Τομέα στα εθνικά και διεθνή κέντρα διαβούλευσης και λήψης αποφάσεων, (υπουργεία, δημόσιους φορείς, ΟΤΑ, ΟΚΕ, Ευρωπαϊκά όργανα κτλ.). Έτσι ο όποιος διάλογος, αμαυρώνεται και ακυρώνεται κυρίως, από την ίδια την Κοινωνία Πολιτών, ως προσχηματικός, ως διάλογος «για μας χωρίς εμάς» ή ως διεξαγόμενος με την «Κοινωνία των Κολλητών» και όχι των Πολιτών και άλλα, εντός των οποίων υποφώσκει κλίμα ζόφου και διαπλοκής, έστω και αν δεν είναι έτσι.

Βεβαίως, το κράτος δεν μπορεί να επιβάλλει τη δημιουργία ενός συλλογικού οργάνου στην Κοινωνία Πολιτών και ενδεχομένως να βολεύεται από την υπάρχουσα κατάσταση, καθώς έτσι μπορεί να μιλάει με όποιον θέλει για ό,τι θέλει και να αποφασίζει ό,τι θέλει. Ωστόσο, εγκαταλείπει την υποχρέωσή του να κινητοποιήσει και να στηρίξει το πεδίο προς αυτήν την κατεύθυνση. Και το ζήτημα δεν αφορά μόνο στο 5% των Οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών που χρηματοδοτούνται περιστασιακά ή τακτικά από δημόσιο χρήμα. Πρωτίστως, αφορά στο υπόλοιπο 95% του πεδίου, που λειτουργεί, δρα και προσφέρει ανιδιοτελώς χωρίς καμία κρατική οικονομική ενίσχυση, παρότι σημαντικά κεφάλαια, κυρίως ευρωπαϊκά, που διαχειρίζονται δημόσιες αρχές και προορίζονται θεσμικά για δράσεις του πεδίου, καταλήγουν συχνά να επιδοτούν την κρατική γραφειοκρατία και τον κρατικοδίαιτο ιδιωτικό τομέα.   

Το ΕΡΓΟ ΠΟΛΙΤΩΝ στη βάση της καταστατικής επιταγής του (άρθρο 2, παράγραφος 2θ), για «την ενσωμάτωση εκπροσώπων του εθελοντικού κινήματος στα κέντρα λήψης αποφάσεων», έχει προβάλλει παντοιοτρόπως και συνεχίζει να το πράττει στηρίζοντας το Παρατηρητήριο της Κοινωνίας Πολιτών, το έλλειμμα της εκπροσώπησης της Κοινωνίας Πολιτών, καθώς αποτελεί βασική προϋπόθεση για την εκπλήρωση αυτού του καταστατικού στόχου. Αυτός ο στόχος του ΕΡΓΟΥ ΠΟΛΙΤΩΝ, δημιούργησε αντιδράσεις, τόσο σε κρατικό επίπεδο όσο κυρίως και σε μία ισχυρή επικοινωνιακά μερίδα Οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών, που πιθανώς εξυπηρετούνται από την υπάρχουσα κατάσταση, καθώς έχουν βρει τις κατάλληλες διοδεύσεις προς τα κέντρα διαβούλευσης και λήψης αποφάσεων, προσβλέποντας στους λιγοστούς πόρους και εκπροσωπώντας ως ειδήμονες και εθελοντοπατέρες, οιονεί όλο το πεδίο.

Για τους λόγους αυτούς ο Οργανισμός προσφέροντας θεσμικά στο δημόσιο διάλογο για το ζήτημα, επαναφέρει τη διατυπωμένη από το 2008 πρότασή του, η οποία συνίσταται στη δημιουργία μίας Περιφερειακής Επιμελητηριακής δομής για την καθολική οργάνωση και εκπροσώπηση της Κοινωνίας Πολιτών. Αυτή η δομή αποτελεί μία επιτυχώς δοκιμασμένη λύση στη χώρα, καθώς ο διφυής χαρακτήρας του Επιμελητηρίου, εξασφαλίζει:
·                                 την Εκπροσώπηση, το Αυτοδιοίκητο και την Αυτονομία του, λόγω της αιρετής διοίκησής του ΜΟΝΟ από τα μέλη του, δηλαδή, τις Οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών,
·                                 τη βιωσιμότητά του, ως ΝΠΔΔ,
·                                 τη δυνατότητα λειτουργίας σε εθελοντική βάση με εξειδικευμένες ομάδες εργασίας,
·                                 τη δημιουργία Γενικού και Ειδικών Μητρώων,
·                                 την Αξιολόγηση και Πιστοποίηση, που περιέρχονται στον τομέα ευθύνης του. Οι Οργανώσεις του πεδίου σε πρώτο στάδιο, θα αξιολογούνται και θα πιστοποιούνται από το ίδιο το πεδίο ώστε να περιοριστούν σε ειδικά αντικειμενικά κριτήρια οι κρατικές πιστοποιήσεις που τείνουν στη δημιουργία νέων «κλειστών επαγγελμάτων» στο χώρο της Κοινωνικής Οικονομίας και,
μία σειρά άλλων εξίσου σημαντικών πλεονεκτημάτων, που θα αναδείξουν το φορέα σε όργανο υψηλής συλλογικής αξίας, εν μέσω κρίσης θεσμών και εμπιστοσύνης, θεμελιωδών συστατικών της συγκολλητικής ουσίας της κοινωνίας. Επίσης το κράτος θα αποκτήσει έναν αξιόπιστο συνομιλητή, επιστημονικό σύμβουλο και εμπειρογνώμονα για τα ζητήματα της Κοινωνικής Οικονομίας, ειδικότερα στους εθνικούς ελλειμματικούς τομείς που σχετίζονται με την καινοτομία και την κοινωνική επιχειρηματικότητα και ανταγωνιστικότητα, που η βελτίωσή τους αποτελεί αδήριτη ανάγκη.
  • Συμπεράσματα
Προτάσεις που στοχεύουν στη σύμμειξη των δύο πόλων, δηλαδή, κράτους και Κοινωνίας Πολιτών, όπως για παράδειγμα κάποια παλαιότερα σχέδια για δημιουργία Ανεξάρτητης Αρχής, αποτελούν εκ προοιμίου «κρατικοβαρείς» συνταγές. Υποχρεώνουν σε έναν ασύμβατο διοικητικό «αχταρμά», αποτελούμενο από δοτούς και ex officio εκπροσώπους του κράτους και της πολιτικής κοινωνίας και από εθελοντές – μέλη της Κοινωνίας Πολιτών, που κανείς δεν ξέρει με ποιον τρόπο θα επιλεγούν. Εξ ορισμού, τέτοια ή άλλα παρόμοια εγχειρήματα όχι μόνο δεν επιλύουν κανένα από τα βασικά ζητούμενα, αλλά είναι από πάσης πλευράς επικίνδυνα, καθώς επί της ουσίας, αντί να πατάξουν τις πελατειακές σχέσεις μεταξύ κράτους και Κοινωνίας Πολιτών, έρχονται να τις «θεσμοθετήσουν». Ευτυχώς, η Πολιτεία έχει αποφύγει μέχρι στιγμής να αναλάβει τέτοιας εκτρωματικής μορφής πρωτοβουλίες, παρά τις όποιες διαρρέουσες προσφάτως εισηγήσεις διαφόρων «εκλεκτών» και lobbies.
Το κράτος πρέπει να ενισχύσει τον υπάρχοντα καθ’ ύλην αρμόδιο θεσμό του και να καλύψει το θεσμικό και υποστηρικτικό έλλειμμα του πεδίου, όπως σκιαγραφήθηκε ανωτέρω. Στην παρούσα φάση, που υπάρχει πολιτική βούληση από την πλευρά του Πρωθυπουργού, το ζήτημα βρίσκεται στα χέρια της Πολιτείας. Ως εκ τούτου, το πολιτικό σύστημα, δεν έχει μόνο τη μεγαλύτερη ευθύνη, αλλά και μία χρυσή ευκαιρία να αποδείξει την αξιοπιστία του και το σεβασμό του στους θεσμούς και στην κοινωνία, ευκαιρία που δυστυχώς δεν άδραξε για άλλη μία φορά, με το ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ για την ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ.

Οι απαιτούμενες στοχευμένες παρεμβάσεις, προκειμένου να είναι και αποτελεσματικές απαιτούν βαθειά γνώση του χώρου και αποφυγή των στερεοτύπων, ώστε να αποφευχθούν ουτοπικές «δρακόντειες» υπερρυθμίσεις, που αντί να απελευθερώνουν τις δυνάμεις της συμμετοχικότητας του ενεργού πολίτη για την παραγωγή κοινωνικής αξίας, κλείνουν τελικά την πόρτα σε όλο το πεδίο.
ΕΡΓΟ ΠΟΛΙΤΩΝ
ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2011 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου